Το πρόγραμμα «Σπίτι μου 2», σχεδιασμένο για να στηρίξει νέες οικογένειες στην απόκτηση κατοικίας, σκοντάφτει σε ένα φαινομενικά παράδοξο εμπόδιο: την έλλειψη διαθέσιμων ακινήτων που να ανταποκρίνονται στις προϋποθέσεις. Γιατί όμως, ενώ ακούγεται ότι υπάρχουν πολλά κλειστά και εγκαταλειμμένα σπίτια, η αγορά παραμένει στάσιμη για τους δικαιούχους του προγράμματος;
Οι συνήθεις εξηγήσεις περιστρέφονται γύρω από την παλαιότητα των διαθέσιμων ακινήτων, τις γραφειοκρατικές δυσκολίες στην συγκέντρωση των απαραίτητων εγγράφων ή την απροθυμία των ιδιοκτητών να τα διαθέσουν, ελπίζοντας σε περαιτέρω αύξηση των τιμών. Ωστόσο, η πραγματική αιτία φαίνεται να είναι βαθύτερη και συνδέεται με την διαχείριση των «κόκκινων δανείων» της προηγούμενης δεκαετίας.
Σύμφωνα με έναν έμπειρο μεσίτη από την Αθήνα και τα δυτικά προάστια, η αγορά ακινήτων παραμένει «δέσμια» των καταστάσεων που δημιουργήθηκαν με τα «κόκκινα δάνεια». Παρόλο που οι τράπεζες απαλλάχθηκαν από αυτά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τα ακίνητα που τα συνόδευαν δεν επέστρεψαν στην αγορά με ευνοϊκούς όρους.
Αυτά τα ακίνητα έχουν πλέον περάσει στην κατοχή λίγων εταιρειών, οι οποίες τα απέκτησαν σε πολύ χαμηλές τιμές. Ωστόσο, αυτές οι εταιρείες δεν δείχνουν καμία πρόθεση να τα διαθέσουν στην αγορά σε τιμές που να είναι προσιτές για το μέσο εισόδημα, το οποίο έχει υποστεί σημαντική μείωση μετά από την οικονομική κρίση.
«Θα μπορούσες να το πεις και απληστία», σχολιάζει ο μεσίτης, εξηγώντας ότι οι εταιρείες αυτές περιμένουν να αποκομίσουν ακόμη μεγαλύτερα κέρδη από την εκτίναξη των τιμών. Όσο το νομικό πλαίσιο δεν δημιουργεί κίνητρα ή υποχρεώσεις για την επαναδιάθεση αυτών των ακινήτων, οι εταιρείες δεν έχουν κανέναν λόγο να αλλάξουν στάση.
Αυτή η κατάσταση επηρεάζει και τις νέες κατασκευές, οι οποίες τιμολογούνται με βάση την υπάρχουσα ανοδική τάση, καθιστώντας την απόκτηση κατοικίας ένα άπιαστο όνειρο για πολλούς.
Ερωτηθείς για το πότε εκτιμά ότι θα σταματήσει αυτή η αύξηση των τιμών, ο μεσίτης προβλέπει ότι, αν δεν υπάρξει κάποια παρέμβαση σχετικά με τα ακίνητα των «κόκκινων δανείων», η αγορά θα συνεχίσει να ανεβαίνει για περίπου έναν ακόμη χρόνο. Όσο για το τι θα συμβεί μετά, η απάντησή του αφήνει ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα: «Μετά θα δούμε τι μας ξημερώνει…».