Η πόλη της Σκύδρας γεωγραφικά ανήκει στην Π.Ε. Πέλλας, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κέντρα
παραγωγής και εμπορίας αχλαδιών στην Ελλάδα. Το αχλάδι αποτελεί οικονομικό μοχλό ανάπτυξης και
ευημερίας στην τοπική κοινωνία με εξαγωγική δυναμική στην εγχώρια και διεθνή αγορά.
Ανασταλτικοί παράγοντες για την καλλιέργεια της αχλαδιάς αποτελούντο υψηλό κόστος εγκατάστασης,
η ψύλλα και το βακτηριακό κάψιμο. Σήμερα η Erwinia amylovora πλήττει την σύγχρονη δενδροκομία με
σοβαρές οικονομικές απώλειες στο φυτικό κεφάλαιο, προκαλώντας ακόμα και ολική καταστροφή
κτημάτων σε μια μόνο βλαστική περίοδο. Ο κυριότερος ξενιστής της είναι η οικογένεια
Rosaceae(αχλαδιά, μηλιά, κυδωνιά).
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ
Το παθογόνο είναι επιθετικό, έχει εμμονή και προσβάλει όλα τα μέρη του δένδρου: άνθος, βλαστό,
κλαδί, φύλλα, καρπό, κορμό και υποκείμενο. Χαρακτηριστικό σύμπτωμα είναι το καφέτιασμα των
ταξιανθιών και πράσινων ιστών του δένδρου, εμφανίζοντας εικόνα καψαλισμένου από φωτιά. Κρίσιμο
βλαστικό στάδιο, για την πιθανή είσοδο του παθογόνου στον ξενιστή, θεωρείται η περίοδος της
ανθοφορίας.
Οι μολύνσεις συνήθως ξεκινούν την άνοιξη από τα άνθη, τα οποία στην αρχή εμφανίζουν ένα σκούρο
πράσινο χρώμα, στην πορεία μαραίνονται παίρνοντας ένα καστανόμαυρο χρώμα, ακολούθως
ξηραίνονται και παραμένουν προσαρτημένα επάνω στο δένδρο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η
προσβολή εξαπλώνεται γρήγορα σε ολόκληρη την ταξιανθία, τα φύλλα, βλαστούς και τους
παρακείμενους καρπούς προκαλώντας καστανή σήψη.
Σε εγκάρσια τομή του κορμού οι ιστοί κάτω από το έλκος παρουσιάζουν παρεγχυματική αλλοίωση και
ένα σκούρο κόκκινο μεταχρωματισμό. Κατά την καλοκαιρινή περίοδο η εξάπλωση των ελκών στους
μεγάλους βραχίονες και τον κορμό του δένδρου, πραγματοποιούνται με γρήγορους ρυθμούς
2
προκαλώντας μερική αλλά και ολική καταστροφή του οπωρώνα. Συνήθως το φθινόπωρο η εξέλιξη
των ελκών αναστέλλεται για να συνεχίσουν την επόμενη άνοιξη να αποτελούν τις πρωταρχικές πηγές
μολύσματος.
Η Ολοκληρωμένη διαχείριση αντιμετώπισης της Erwiniaamylovora στην καλλιέργεια της
αχλαδιάς περιλαμβάνει:
Α. Μείωση μολυσμάτων του οπωρώνα.
Αυτό επιτυγχάνεται με την άμεση αφαίρεση όλων των προσβεβλημένων κλάδων και βραχιόνων, στα
οποία διαχειμάζει το παθογόνο με τη συνεχή απολύμανση των εργαλείων κατά την διαδικασία του
κλαδέματος. Προσβεβλημένα δέντρα που δεν υπάρχει τρόπος ίασης πρέπει να εκριζώνονται και να
καίγονται. Εφαρμογή εγκεκριμένων σκευασμάτων στις κρίσιμες περιόδους μόλυνσης.
Β. Αύξηση ανθεκτικότητας των δέντρων.
Χρήση προϊόντων που ανάγουν την αυτοάμυνα των δένδρων. Εφαρμογή ετήσιου σχεδίου λίπανσης
με βάση δεδομένων του εδαφολογικού εργαστηρίου και άρδευσης με τη χρήση καινοτόμων
τεχνολογιών της γεωργίας ακριβείας.

